μεταμερισμός

μεταμερισμός
ο
1. ζωολ. χαρακτηριστικό τών ζωικών ειδών τών οποίων το σώμα είναι διαχωρισμένο σε δακτυλίους ή μεταμερή
2. φυσ. ιδιότητα κατά την οποία ένα χρώμα παρέχει την ίδια οπτική εντύπωση με ένα άλλο, μολονότι δεν έχει την ίδια με αυτό φασματοσκοπική σύνθεση.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”